καταθυμία

καταθυμία
η (ψυχιατρ.) μεταβολή τού ψυχικού περιεχομένου με παραποίηση αντιλήψεων, αναμνήσεων και νοητικών εξεργασιών κατά τις επιθυμίες ή τους φόβους τού ατόμου υπό την επίδραση έντονων βιωμάτων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. katathymia < cata- πρβλ. κατ[α]-*) + thymia (πρβλ. -θυμία < -θυμος < θυμός)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • καταθυμία — καταθῡμίᾱ , καταθύμιος in the mind fem nom/voc/acc dual καταθῡμίᾱ , καταθύμιος in the mind fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταθύμια — καταθύ̱μια , καταθύμιος in the mind neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σφάγιο — το / σφάγιον, ΝΜΑ, και σφαγιό Ν [σφαγή] ζώο ή πρόσωπο που προορίζεται για θυσία στους θεούς νεοελλ. 1. (τροφ. τεχνολ.) σφαγμένο ζώο που έχει αφαιμαχθεί, εκδαρεί και εκσπλαγχνιστεί και το οποίο προορίζεται για κατανάλωση τού ανθρώπου 2. μτφ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”